Παρατηρήσεις του ΠΣΑΜΑ προς το Capital.gr σχετικά με το άρθρο "IBHS: Χαμηλό ακόμα το ποσοστό ανακύκλωσης παρά την πρόοδο του κλάδου".

Με αφορμή του άρθρο σας «IBHS: Χαμηλό ακόμα το ποσοστό ανακύκλωσης παρά την πρόοδο του κλάδου» το οποίο δημοσιεύτηκε στη διαδικτυακή σελίδα www.capital.gr, θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε για τα εξής προς αποκατάσταση της πραγματικότητας:
Η ανακύκλωση
στην Ελλάδα ξεκίνησε να λειτουργεί με τη μορφή που τη γνωρίζουμε σήμερα μετά τη
ψήφιση του Ν.2939/2001, με τον οποίο ιδρύεται ο Εθνικός Οργανισμός Εναλλακτικής
Διαχείρισης Συσκευασιών και Άλλων Προϊόντων (ΕΟΕΔΣΑΠ). Ακολούθησε μία σειρά
Προεδρικών Διαταγμάτων που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση του Ν.2939/2001,
σύμφωνα με τα οποία ιδρύονται τα Συστήματα Εναλλακτικής Διαχείρισης (ΣΕΔ)
διαφόρων ρευμάτων αποβλήτων από τους παραγωγούς ή εισαγωγείς των αντίστοιχων
προϊόντων. Σύμφωνα με τα εν λόγω Προεδρικά Διατάγματα, τα ΣΕΔ πρέπει να
συνάπτουν συμβάσεις συνεργασίες με τις εταιρείες ανακύκλωσης, οι οποίες
διεξάγουν την ανακύκλωση. Στη συνέχεια, με το Ν.4042/2012 μετονομάζεται ο
ΕΟΕΔΣΑΠ σε Ελληνικό Οργανισμό Ανακύκλωσης (ΕΟΑΝ).
Όμως,
έπειτα από όλον αυτό το δωδεκαετή αποτυχημένο σχεδιασμό, η σημερινή πραγματική
κατάσταση, χαρακτηρίζεται από την αντιπαλότητα μεταξύ των ΣΕΔ και των εταιρειών
ανακύκλωσης και το χάσμα μεταξύ των ΣΕΔ και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το
αποτέλεσμα είναι αφενός η τελευταία θέση της χώρας μας μεταξύ των κρατών –
μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφετέρου η καταβολή προστίμων για τη μη
επίτευξη των στόχων στην ανακύκλωση των απορριμμάτων.
Ως
Σύνδεσμος, μέσω έρευνας στις εταιρείες – μέλη μας, εντοπίζουμε καθημερινά
προβλήματα. Καταρχήν, βασικό πρόβλημα του κλάδου ανακύκλωσης μεταλλικών
απορριμμάτων είναι η πολυνομία και η ασάφεια των νόμων, καθώς επίσης η
διαπιστωμένη απροθυμία των αρμόδιων φορέων, ΥΠΕN και ΕΟΑΝ, να δοθεί λύση στα προβλήματα
που χρονίζουν, καθώς διακυβεύονται μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.
Καθοριστικό
επίσης πρόβλημα για την αποδοτικότητα της ανακύκλωσης, αποτελεί η μη ορθή
λειτουργία των ΣΕΔ. Τόσο το γράμμα όσο και το πνεύμα του νόμου υποχρεώνει τα
συστήματα να λειτουργούν με όρους ελεύθερης αγοράς και ελεύθερου ανταγωνισμού,
όπως επίσης να αναλάβουν το κόστος της ανακύκλωσης των προϊόντων τους στη βάση
του νόμου «ο ρυπαίνων πληρώνει». Πιο αναλυτικά, οι παραγωγοί ή εισαγωγείς των
προϊόντων που στο τέλος του κύκλου ζωής τους πρέπει να ανακυκλωθούν είναι
υπεύθυνοι, μέσω των εισφορών που θα έπρεπε να καταβάλουν στα αντίστοιχα ΣΕΔ που
συμμετέχουν, να καλύπτουν το κόστος της ανακύκλωσης των προϊόντων αυτών. Ωστόσο,
η σημερινή κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Τα ΣΕΔ «μη κερδοσκοπικού
χαρακτήρα» ερμηνεύοντας το νόμο κατά το δοκούν, προσπαθούν να μετακυλήσουν το
κόστος της ανακύκλωσης των προϊόντων τους στους υπόλοιπους εμπλεκόμενους, όπως
δήμους, εταιρείες ανακύκλωσης, εταιρείες τελικής αξιοποίησης. Σε αυτό το
σημείο, θα πρέπει όμως να εξηγήσουμε ότι σήμερα το κόστος της ανακύκλωσης
προϊόντων είναι μεγαλύτερο από την αξία τους. Αυτό συνέβη εξαιτίας της ραγδαίας
πτώσης των τιμών των μετάλλων από το Σεπτέμβριο του 2008, λόγω της παγκόσμιας
οικονομικής ύφεσης, αλλά και της παράλληλης αύξησης του λειτουργικού κόστους
των εταιρειών ανακύκλωσης (αύξηση του κόστους αδειοδότησης, της ηλεκτρικής
ενέργειας, των ασφαλιστικών εισφορών, της φορολόγησης, κλπ). Εάν στα παραπάνω
προσθέσουμε και το κόστος της διαχείρισης των υπολειμμάτων από την απορρύπανση
– επεξεργασία, η ανακύκλωση καθίσταται ασύμφορη. Σημειωτέον ότι ακόμα και
σήμερα στη χώρα μας δεν υπάρχουν χώροι υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων που
προκύπτουν από την επεξεργασία των ανακυκλώσιμων υλικών, όπως ορίζεται από την
ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Επιπρόσθετα,
αναφορικά με τη λειτουργία των ΣΕΔ, παρατηρείται εντόνως εκμετάλλευση της
δεσπόζουσας θέσης που κατέχουν στην αγορά. Διαπιστώνουμε ότι τα ΣΕΔ, ή
τουλάχιστον κάποια από αυτά, συστηματικά δρουν επιλεκτικά. Συνάπτουν συμβάσεις
με ορισμένες μόνο από τις αδειοδοτημένες επιχειρήσεις του κλάδου, ενάντια στη
νομοθεσία, η οποία ξεκάθαρα ορίζει ότι όλες οι αδειοδοτημένες εταιρείες
οφείλουν να συμβάλλονται με το εγκεκριμένο σύστημα εναλλακτικής διαχείρισης που
διαχειρίζεται το αντίστοιχο ρεύμα αποβλήτων. Με αυτό τον τρόπο πολλές ελληνικές
επιχειρήσεις, καθόλα νόμιμες, αποκλείονται από τον κύκλο εργασιών της
ανακύκλωσης. Το οξύμωρο στις περιπτώσεις αυτές είναι ότι, αναφερόμενοι στα
μεταλλικά απορρίμματα, παρατηρείται μη επίτευξη του εθνικού στόχου οδηγώντας
την χώρα στην απόδοση δυσβάστακτων προστίμων προς την ΕΕ, τα οποία βαραίνουν
οικονομικά το ελληνικό δημόσιο και κατ’ επέκταση τους έλληνες πολίτες.
Είναι
σημαντικό να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με την έκθεση του ΕΟΑΝ, ο ποσοτικός στόχος
για τις μεταλλικές συσκευασίες επιτεύχθηκε τελευταία φορά το 2010!!!
Ενδεικτικά
αναφέρουμε ότι για το έτος 2014, η παραγωγή χάλυβα στην Ελλάδα από τήξη scrap
παλαιοσιδήρου από τα Χαλυβουργία ανήλθε στους 650.000 tn περίπου (Πηγή:
ΕΛ.ΣΤΑΤ., World
Steel Association)
Η
ποσότητα αυτή του χάλυβα παρήχθη στο σύνολό της από εγχώρια παραγόμενες
δευτερογενείς πρώτες ύλες. Η σύνθεση του ανωτέρου scrap παλαιοσιδήρου έχει ως
εξής:
Το
30% - 35% της συνολικής ποσότητας είναι scrap βαρέως τύπου (Heavy Melting Steel
& No 1), προερχόμενο από υπολείμματα της βιομηχανικής παραγωγής και από τη
διάλυση βαρέων οχημάτων και μηχανημάτων. Ήτοι 160.000tn περίπου.
Το
65% - 70% (350.000tn περίπου) της συνολικής ποσότητας είναι scrap προερχόμενο
από οχήματα τέλους κύκλου ζωής (ΟΤΚΖ) κάτω των 3,5tn, απόβλητα ηλεκτρικού και
ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ), σιδηρούχες μεταλλικές συσκευασίες και ελαφρύ
scrap αποξηλώσεων.
Η επιμέρους ανάλυση του ανώτερου ποσοστού έχει ως εξής:
· 35% ΟΤΚΖ ήτοι 120.000tn περίπου
· 25% ΑΗΗΕ ήτοι 90.000tn περίπου
· 20% Μεταλλικές συσκευασίες ήτοι 70.000tn περίπου
· 20% Αποξηλώσεις ήτοι 70.000tn περίπου
Την
ίδια στιγμή οι τιμές που καταγράφηκαν από τα ΣΕΔ απέχουν από τις παραπάνω
ποσότητες κατά 65% - 70% περίπου. Η απόκλιση αυτή οφείλεται αφενός στην
επιλεκτική συνεργασία των ΣΕΔ με τις εταιρείες ανακύκλωσης, με αποτέλεσμα
ποσότητες οι οποίες πραγματικά ανακυκλώνονται να μην καταγράφονται από τα ΣΕΔ
και αφετέρου στο γεγονός ότι μεγάλες ποσότητες υλικών καταλήγουν σε παράνομες
μονάδες ανακύκλωσης.
Ως
Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ανακυκλωτών Μεταλλικών Απορριμμάτων, εκπροσωπώντας
πανελλαδικά περισσότερες από 90 ιδιωτικές αδειοδοτημένες εταιρείες από τον
κλάδο ανακύκλωσης μεταλλικών απορριμμάτων, με πείρα 50 χρόνων και πλέον στο
τομέα της συλλογής, μεταφοράς και επεξεργασίας, με κύκλο εργασιών που ξεπερνά
τα 650 εκ. ετησίως, με απόδοση φόρων προς το ελληνικό δημόσιο που ξεπερνά τα 40
εκ. ετησίως και με περισσότερους από 2500 εργαζόμενους, κρίνουμε ότι η
κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο την ανακύκλωση στην Ελλάδα με
αποτέλεσμα ενώ τα ΣΕΔ διακηρύττουν χρυσά κέρδη, η χώρα μας να απέχει κατά πολύ
από τους στόχους που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, πληρώνοντας ο
ελληνικός λαός και το ελληνικό δημόσιο πρόστιμα για τη μη επίτευξη των στόχων
αυτών.
Τελειώνοντας,
πρέπει να σημειωθεί ότι η ανακύκλωση είναι προνόμιο των ανεπτυγμένων και
συντεταγμένων κοινωνιών. Δε διεξάγεται με ευχές, ούτε βασίζεται μόνο στο
φιλότιμο των πολιτών, ούτε ασφαλώς γίνεται διά της βίας και εν κρυπτώ.
Τελικός
μας στόχος θα πρέπει να είναι το ανταποδοτικό όφελος που πρέπει να έχουν οι
πολίτες στην καθημερινή τους ζωή, όπως για παράδειγμα η μείωση των δημοτικών
τελών, η μείωση της αξίας της ηλεκτρικής ενέργειας, η δημιουργία νέων θέσεων
εργασίας, η εξοικονόμηση εθνικών πόρων αλλά και μία καλύτερη ποιότητα ζωής σε
ένα καθαρότερο περιβάλλον.
Αυτά
για την αποκατάσταση της αλήθειας.
ΥΓ.
Με την ελπίδα να δημοσιευτεί η επιστολή μας.